Συνέντευξη στο Έθνος της Κυριακής και τη δημοσιογράφο Φώφη Γιωτάκη

15 Δεκεμβρίου 2019

Κύριε Καμίνη καταθέσατε επίκαιρη ερώτηση στον κ. Χρυσοχοίδη με τίτλο «Πρόσφατες καταγγελίες για άσκηση αδικαιολόγητης βίας από αστυνομικούς».  Είστε από εκείνους που πιστεύουν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη «ποντάρει» πολιτικά στο φόντο «νόμος και
τάξη»;

Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τα θέματα ασφάλειας για να δημιουργήσει μια ισχυρή αντίστιξη με την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, όταν, κακά τα ψέματα, η κατάσταση στην Αθήνα αλλά και γενικά, είχε ξεφύγει. Είχα από τότε επανειλημμένα επισημάνει πως η παρατεταμένη ανομία θα φέρει σκληρή καταστολή, και μάλιστα ως λαϊκή απαίτηση. Και να που υπάρχει ο κίνδυνος το εκκρεμές να πάει στο άλλο άκρο. Δεν είναι όμως ο ρόλος της αντιπολίτευσης να παρατηρεί μοιρολατρικά μια κατάσταση, αλλά να ασκεί αυστηρό έλεγχο στην εξουσία, να την χαλιναγωγεί.

Χρειάζεται δηλαδή «χαλιναγώγηση» η αστυνομία;

Υπάρχουν θύλακοι μέσα στην αστυνομία, ιδίως στα ΜΑΤ, που λειτουργούν ρεβανσιστικά απέναντι στους μπαχαλάκηδες, ή όποιους θεωρούν ως τέτοιους. Θα μου επιτρέψετε όμως να μιλήσω πιο γενικά. Τα φαινόμενα αυθαιρεσίας που είδαμε τις προηγούμενες εβδομάδες αποτέλεσαν την αφορμή για να καταθέσω την ερώτηση στη Βουλή. Το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι η βία που φαίνεται, αλλά η αφανής: για παράδειγμα, μέσα στα αστυνομικά τμήματα. Υπάρχει σωρεία καταδικαστικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου
Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για αυθαιρεσία και άσκηση βίας από τα σώματα ασφαλείας αλλά και πλημμελή διερεύνηση των σχετικών καταγγελιών. Είναι μία κατάσταση με την οποία, δυστυχώς, έρχομαι αντιμέτωπος από την εποχή που ήμουν Συνήγορος του Πολίτη.
Χρειάζεται λοιπόν «χαλιναγώγηση» και αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του πολίτη στην λειτουργία της ΕΛΑΣ, με ενίσχυση της διαφάνειας και λογοδοσίας, με απώτερο στόχο την προστασία του πολίτη. Όπως ακριβώς αρμόζει σε ένα Κράτος Δικαίου.

Που αποδίδετε την δημοσκοπική συρρίκνωση του Κινήματος Αλλαγής λίγους μήνες μετά τις εκλογές;

Τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων αυτή την περίοδο είναι ιδιαίτερα ευμετάβλητα. Μία πρόσφατη δημοσκόπηση μάλιστα, αυτής της εβδομάδας, έδειξε πως το Κίνημα Αλλαγής αύξησε τα ποσοστά του σε σχέση με τις βουλευτικές εκλογές, ενώ τα υπόλοιπα κόμματα έχουν μείνει στάσιμα, πλην του ΣΥΡΙΖΑ που έχει μία πτώση. Επιμένω στο εξής: αυτή τη στιγμή ο κόσμος, μέσω των εκλογών, έχει ορίσει «τη δουλειά» που οφείλει να κάνει το κάθε κόμμα και περιμένει από εμάς να κάνουμε ακριβώς αυτό. Βρίσκεται δηλαδή
σε στάση αναμονής και ελέγχου όλων μας. Δε θα έδινα μεγαλύτερη σημασία στις δημοσκοπήσεις αυτή την περίοδο.

Πιστεύετε ότι απομακρύνονται οι εστίες εσωστρέφειας;

Νομίζω ότι με το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ στο τέλος Νοεμβρίου έκλεισε ένας κύκλος, όχι εσωστρέφειας, αλλά ζωντανής συζήτησης θα την χαρακτήριζα, για το μέλλον του Κινήματος Αλλαγής και τον ρόλο του ΠΑΣΟΚ μέσα σε αυτό. Τώρα νιώθω πως μπαίνουμε σε μία περίοδο έντονης πολιτικής δημιουργίας, που αξίζει ο πολίτης να παρακολουθήσει αλλά και να συμμετάσχει: αρχίζουν πια να λειτουργούν οι τομείς του κόμματος, ώστε να παράγονται επεξεργασμένες θέσεις και απαντήσεις στα προβλήματα του κόσμου. ‘Εχουμε μπροστά μας την πολύ σημαντική θεματική συνδιάσκεψη την άνοιξη. Εκεί θα μας δοθεί η ευκαιρία να συντονιστούμε με ό τι πιο σύγχρονο συζητείται αυτήν την εποχή στους κόλπους της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας. Σήμερα πάντως, έχουμε μία ιδιαίτερα δραστήρια κοινοβουλευτική ομάδα που παράγει πολιτική με την καθημερινή της παρουσία στη Βουλή

Μπορείτε να μιλήσετε πιο συγκεκριμένα για το πρόσωπο που θα στηρίξετε ως ΚΙΝΑΛ για την Προεδρία της Δημοκρατίας;

Η πολιτική συγκυρία επιβάλλει να εξισορροπήσουμε τη συντηρητική κυριαρχία της κυβέρνησης με ένα πρόσωπο από την ευρύτερη προοδευτική παράταξη. Μια τέτοια επιλογή θα συμβάλει ώστε να εκλέξουμε τον επόμενο Πρόεδρο Δημοκρατίας με τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση, παρά το σοβαρό λάθος που έκανε η κυβέρνηση στην πρόσφατη αναθεώρηση να καταστήσει εφικτή την εκλογή Προέδρου ακόμα και με 130 ή λιγότερους βουλευτές. Η χώρα χρειάζεται Πρόεδρο με προοδευτική ματιά, που να αποπνέει σεβασμό και αποδοχή στο εξωτερικό αλλά και στο εσωτερικό, που να λειτουργεί ως η συνείδηση του πολιτικού συστήματος και να το εμπνέει προς την κατεύθυνση της κοινωνικής συνοχής, των ίσως ευκαιριών, της αξιοκρατίας. Συμφωνώ απόλυτα, λοιπόν, με τη Φώφη Γεννηματά, ότι και οι τρεις πρώην Πρόεδροι του ΠΑΣΟΚ πληρούν αυτές τις
προδιαγραφές.

Η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη για το προσφυγικό και οι επισημάνσεις Σαμαρά περί λαθρομεταναστών, πως σας φαίνεται;

Είναι ξεκάθαρο πως η κυβέρνηση είτε είχε υποτιμήσει τη διάσταση του προσφυγικού είτε ήταν εντελώς απροετοίμαστη για να το αντιμετωπίσει. Γι’ αυτό και ανακοινώνονται στρατηγικά και επιχειρησιακά σχέδια σχεδόν κάθε δεύτερο μήνα. Απέτυχε επίσης να καθησυχάσει τις τοπικές αντιδράσεις απέναντι στην αυτονόητη ανάγκη μεταφοράς ενός αριθμού προσφύγων στην ηπειρωτική χώρα. Πράγμα παράδοξο, με δεδομένη την πολύ μεγάλη της δύναμη στην τοπική αυτοδιοίκηση και τη Βουλή. Αλλά και κατανοητό παράλληλα, όταν παρατηρούμε τόσο μεγάλη απόσταση μεταξύ του λόγου του πρωθυπουργού και της ακραίας ρητορικής κάποιων τοπικών βουλευτών και στελεχών της Νέας Δημοκρατίας. Το κόμμα αυτό πρέπει να καταλάβει πως την ακραία ρητορεία θα τη βρίσκει συνεχώς μπροστά της, όσο θα έρχεται αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα της διακυβέρνησης.

Μοιραστείτε

Share on facebook
Share on google
Share on twitter
Share on linkedin
Share on pinterest
Share on print
Share on email