Τι Αστυνομία θέλουμε;

Άρθρο του Γιώργου Καμίνη στην ιστοσελίδα peripteron.eu

03 Σεπτεμβρίου 2021

Είναι διαρκής η αναζήτηση μιας καλύτερης, σύγχρονης, αποτελεσματικής Ελληνικής Αστυνομίας. Άλλωστε η ασφάλεια είναι η βάση πάνω στην οποία στηρίζονται τα υπόλοιπα ανθρώπινα δικαιώματα. Χωρίς την ασφάλεια, δεν μπορεί να υπάρξει ελευθερία.

Ιδίως στη χώρας μας, όπου η αστυνομική δράση γίνεται συχνά αντικείμενο μιας στρεβλής πολιτικοποίησης από τα άκρα του πολιτικού φάσματος, είναι αναγκαίο να εστιάσουμε ακόμα περισσότερο στην οργάνωση, στην εκπαίδευση, στον επαγγελματισμό και στον εκσυγχρονισμό της Ελληνικής Αστυνομίας. Όταν δεν συμβαίνει αυτό, έχουμε τα φαινόμενα που μας ταλαιπώρησαν τα τελευταία χρόνια. Από την απόλυτη ασυδοσία της εποχής ΣΥΡΙΖΑ, που επικράτησε η ιδεολογία της «δημοκρατικής» ανοχής απέναντι σε φαινόμενα μικρής ή μεγάλης ανομίας, το εκκρεμές, εντελώς προβλέψιμα, γύρισε στην εξίσου ιδεολογικοποιημένη εποχή της αστυνομικής αυθαιρεσίας και των χιλιάδων ειδικών φρουρών που εν μία νυκτί ρίχτηκαν ανεκπαίδευτοι στους δρόμους της πόλης. Απροστάτευτοι τόσο οι ίδιοι όσο και οι πολίτες, λόγω της σπουδής να φανεί ότι «επιστρέφει η αστυνομία στους δρόμους».

Δεν είναι χώρος η αστυνόμευση όπου μπορούν να κυριαρχούν τα άκρα. Ο κόσμος δεν θέλει ούτε την αστυνομία πανταχού παρούσα, πίσω από κάθε του βήμα, ούτε βεβαίως απούσα και τις γειτονιές απροστάτευτες. Ως Συνήγορος του Πολίτη, κυρίως όμως ως δήμαρχος, την παραπάνω αλήθεια την άκουσα από ανθρώπους όλων των ηλικιών, όλων των κοινωνικών τάξεων, όλων των πεποιθήσεων.

Η λέξη κλειδί για την αστυνομία είναι “επαγγελματισμός”. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από την πρόσφατη επικαιρότητα: στην υπόθεση της γυναικοκτονίας στη Δάφνη, η αποκάλυψη πως δεκαεννιά μόλις ημέρες πριν από το έγκλημα, γείτονας της δολοφονημένης γυναίκας είχε καλέσει την αστυνομία, χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε παρέμβαση από τους αστυνομικούς που κλήθηκαν στο σημείο, προκάλεσε δικαιολογημένη οργή και ερωτήματα. Ήταν σαφές πως δεν υπήρχε ένα ενεργό πρωτόκολλο δράσης από την πλευρά της Αστυνομίας, που να χρησιμεύει ως οδηγός για τους αστυνομικούς της Άμεσης Δράσης, αλλά και των υπηρεσιών που τους υποστηρίζουν, ώστε να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Γνωρίζουν άραγε οι αστυνομικοί τι ακριβώς πρέπει να κάνουν όταν ένα θύμα ή κάποιος ευσυνείδητος γείτονας καταγγείλει ένα περιστατικό; Πόσες, αλήθεια, γυναίκες αστυνομικοί υπηρετούν σε αντίστοιχες υπηρεσίες άμεσης ανταπόκρισης της ΕΛ.ΑΣ., καθώς και γενικότερα σε θέσεις ευθύνης της ΕΛ.ΑΣ.; Πόσα μαθήματα δικαίου ή ανθρωπίνων δικαιωμάτων περιλαμβάνουν τα εγκύκλια προγράμματα σπουδών των Αστυνομικών Σχολών;

Δυστυχώς, σε σχετική κοινοβουλευτική μου ερώτηση, η απάντηση του αρμόδιου Υφυπουργού κ. Λ. Οικονόμου υπήρξε ελλιπέστατη και απογοητευτική, ενώ αρνήθηκε να προσκομίσει στην Εθνική Αντιπροσωπεία σχεδόν όλα τα επιχειρησιακά έγγραφα που του είχα ζητήσει. Δείγμα κι αυτό της συστημικής αδιαφάνειας που περιβάλλει, ακόμη και σήμερα, πολλές από τις πτυχές της δραστηριότητας της ΕΛ.ΑΣ.

Τα τελευταία δύο χρόνια, που έχω την τιμή να ασκώ τον κοινοβουλευτικό έλεγχο στα πεπραγμένα της Αστυνομίας ως εκπρόσωπος του Κινήματος Αλλαγής, θέλω να πιστεύω ότι σταθήκαμε σκληροί αλλά δίκαιοι κριτές των πρωτοβουλιών της Πολιτείας για την βελτίωση της παροχής των αστυνομικών υπηρεσιών στους πολίτες. Χαιρετήσαμε τις προσπάθειες για λήξη των παράνομων καταλήψεων σε κτίρια της Αθήνας και την καταπολέμηση της ανομίας, όταν όμως η πρωτοφανής έλλειψη επαγγελματισμού και ψυχραιμίας από την ΕΛ.ΑΣ. κακοποίησε μιαν ολόκληρη οικογένεια, την οικογένεια Ινδαρέ, ήμασταν οι πρώτοι που το καταγγείλαμε. Σταθήκαμε απέναντι, αταλάντευτα, σε κάθε περίπτωση αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας, μεταξύ αυτών κάποιες εμβληματικές όπως της Νέας Σμύρνης ή του Βασίλη Μάγγου. Ήμασταν η μόνη παράταξη που τίμησε έμπρακτα το έργο και τον ρόλο της Επιτροπής Αλιβιζάτου, περισσότερο και από την ίδια την κυβέρνηση που τη σύστησε, ζητώντας επιτακτικά τη συζήτηση του πορίσματός της στη Βουλή. Στηρίξαμε με γενναιότητα τη λογική του νομοσχεδίου της κυβέρνησης για τις συναθροίσεις, επιβάλλοντας συγκεκριμένες αλλαγές που διασφαλίζουν το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και την δυνατότητα όσων χρειάζεται να διαδηλώνουν.

Καυτηριάσαμε τις διαχρονικές παθογένειες της Ελληνικής Αστυνομίας που αμαυρώνουν το έργο της: τον τεράστιο αριθμό ανολοκλήρωτων ΕΔΕ, αιτία πολλαπλής καταδίκης της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ή τη συστημική αδιαφάνεια που περιέγραψα πιο πάνω, όπως στην περίπτωση της φύλαξης ευπαθών στόχων, όπου η ηγεσία του Υπουργείου αρνείτο επί έναν χρόνο να θέσει στη διάθεση της Βουλής, ύστερα από ερώτησή μου, ποιοτικά στατιστικά στοιχεία για τον αριθμό των αστυνομικών που υπηρετούν σε τέτοιες υπηρεσίες. Τελικά, ήρθε η υπόθεση Φουρθιώτη για να αποκαλύψει το μέγεθος της διαφθοράς και της αδιαφάνειας που επικρατούσε και να καταδείξει τον πραγματικό λόγο της άρνησης.

Μέσα από αυτή την κοινοβουλευτική και δημόσια δράση, περιγράψαμε την Αστυνομία που θέλουμε: μιαν Αστυνομία δημοκρατική, που να σέβεται τον πολίτη και τα δικαιώματά του, δεν προβαίνει σε αυθαιρεσίες στην πρώτη δυσκολία στο πεδίο και δεν κρύβεται πίσω από παράλογα απόρρητα όταν στριμώχνεται. Μιαν Αστυνομία σύγχρονη, με αστυνομικούς άρτια καταρτισμένους, που αξιοποιεί την τεχνολογία αλλά κυρίως διασυνδέεται με αστυνομίες του εξωτερικού για να εκπληρώσει την αποστολή της στο ακέραιο: τη δημιουργία ενός χώρου ασφάλειας και ελευθερίας στην επικράτεια της χώρας.

Ο απερχόμενος Υπουργός Προστασίας του Πολίτη κος Μιχάλης Χρυσοχοΐδης εξήγγειλε από το βήμα της Βουλής πριν το καλοκαίρι νομοθετική πρωτοβουλία που θα αφορά την ριζική αναδιάρθρωση και αναβάθμιση της εκπαίδευσης των αστυνομικών. Ευελπιστώ ο νέος Υπουργός Εσωτερικών κος Τάκης Θεοδωρικάκος να κάνει σύντομα πράξη αυτή την εξαγγελία.

Μοιραστείτε

Share on facebook
Share on google
Share on twitter
Share on linkedin
Share on pinterest
Share on print
Share on email