18 Αυγούστου 2021

ΜΑΡΚΟΣ ΜΕΝΝΗΣ : “ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΟΥ”
“Μάρκος Μεννής, Με τα μάτια τα δικά μου”. Το βιβλίο που διάβασα εγώ θα μπορούσε νάχει τον τίτλο κάπως διαφορετικό : “Με τα μάτια της ψυχής μου”. Γιατί ο αναγνώστης γρήγορα καταλαβαίνει ότι το βιβλίο αυτό έχει γραφτεί με το χέρι της καρδιάς. Εννοώ το χέρι το αριστερό. Ο Μάρκος Μεννής υπήρξε και παραμένει Αριστερός. Από μικρός θαύμαζε τον Τσε Γκεβάρα. Mέχρι και το καΐκι του “Τσε” το βάφτισε. ‘Οπως μας εξομολογείται, το σύνθημά του στη ζωή ήταν “ο επιμένων νικά”. Το ίδιο στην ουσία νόημα έχει και το άλλο αγαπημένο του ρητό : η φράση του Τσε Γκεβάρα “Hasta la victoria siempre” (“πάντοτε μέχρι τη νίκη”). Πράγμα που προϋποθέτει θέληση σιδερένια που συνοδεύεται από ένα ακατάβλητο πείσμα να πετύχεις τον σκοπό σου. Ο Μεννής δηλαδή. Αυτό όμως είναι ένα αρχετυπικό χαρακτηριστικό του αριστερού επαναστάτη. Ο βολονταρισμός, η βουλησιαρχία επί το ελληνικότερο και για να το πούμε λιανά : η πεποίθηση ότι με τη θέληση μπορείς να υπερνικήσεις κάθε εμπόδιο. Αυτή την ιδιότητα ο Μεννής δίχως αμφιβολία τη διαθέτει και με αυτήν πορεύτηκε στον δημόσιο βίο του. Υπήρξε ανατρεπτικός και αντισυμβατικός. Αλλά ο Μεννής ήταν και κάτι άλλο. Δημοκράτης. Με την πιο ουσιαστική έννοια της λέξης, γιατί ό τι έκανε στον δημόσιο βίο του, το έκανε όχι μόνον εκπροσωπώντας τον κόσμο, αλλά πάντοτε ΜΑΖΙ με τον κόσμο. Σε όλες τις δημόσιες θέσεις που υπηρέτησε ο Μεννής έβαζε τον λαό στο παιχνίδι. Ως συνδικαλιστής στη ΔΕΗ οργανώνει το πρώτο εργατικό συμβούλιο. Ως δήμαρχος Βροντάδου αναμορφώνει την πόλη του με τα εθελοντικά “Πράσινα σαββατοκύριακα”. Ως Περιφερειάρχης Β. Αιγαίου ταξιδεύει σε όλα τα νησιά και μιλά διαρκώς με τον κόσμο. Ως νομάρχης Λέσβου γυρνά όλα τις κοινότητες της Λέσβου, της Λήμνου και του Αϊ Στράτη και μαθαίνει τα προβλήματα από πρώτο χέρι. Ο Μεννής μιλάει. Μιλά πολύ, αυτό το γνωρίζουμε. Αλλά ξέρει και να ακούει. Πολλοί πολιτικοί ξέρουν να απευθύνονται στον κόσμο. Λίγοι όμως του δείχνουν πραγματική εμπιστοσύνη. Και ακόμη λιγότεροι γνωρίζουν και να μιλούν στον λαό και να τον ακούνε. ‘Ετσι τιμάς τον άλλο. ‘Οταν έμπρακτα του δείχνεις πως λογαριάζεις τη γνώμη του. Κερδίζεις την ψυχή του και μαζί με αυτήν και την ψήφο του. ‘Ετσι πέτυχε ο Μεννής τις μεγάλες εκλογικές του νίκες, συχνά μάλιστα και κόντρα στο κατεστημένο ρεύμα.
Ο Μεννής είναι μαχητικός και συγκρούεται πολιτικά όταν χρειαστεί. Σέβεται όμως τον πολιτικό του αντίπαλο. Αυτό είναι το άλλο μυστικό της επιτυχίας του. Σε μια χώρα όπου η πολιτική κατά κανόνα διεξάγεται με όρους πολεμικούς, ο Μεννής μπορεί να συγκρούστηκε, ακόμη και με σφοδρότητα, ουδέποτε όμως λειτούργησε διχαστικά. ‘Ηξερε να εκμαιεύει τη συναίνεση του αντιπάλου και να δημιουργεί ευρύτερες πολιτικές συμμαχίες που υπερέβαιναν τον πολιτικό του χώρο. Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να τα βγάλει πέρα και στη δεύτερη θητεία του στον Βροντάδο, παρόλο που βρέθηκε να μειοψηφεί στο δημοτικό συμβούλιο. Και σαν νομάρχης στη Λέσβο, την εποχή της οικουμενικής κυβέρνησης Ζολώτα, έφτιαξε σε μικρογραφία τη δική του οικουμενική κυβέρνηση, ένα άτυπο συμβούλιο στο οποίο συμμετείχαν αυτός και οι νομαρχιακοί γραμματείς της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του Συνασπισμού. Εκεί αποφασίζανε από κοινού και αυτός αναλάμβανε την ευθύνη της εκτέλεσης.
Επαναστάτης αλλά και δημοκράτης. Μαχητικός αλλά και συναινετικός. Και μαζί με αυτά το δαιμόνιο της δημιουργικότητας. Πρέπει να έχεις θητεύσει στην αυτοδιοίκηση για να συνειδητοποιήσεις το μέγεθος του έργου του Μεννή. ‘Εργο όχι μόνο πολυδιάστατο αλλά και πρωτοποριακό. Βλέπετε ο Μεννής είχε και την τύχη να θητεύσει ως δήμαρχος την εποχή που η τοπική αυτοδιοίκηση απογειώθηκε. Ακούστε την ηγετική ομάδα της εποχής εκείνης: Υπουργός Εσωτερικών, δηλαδή αρμόδιος για την Τ.Α., ο Γιώργος Γεννηματάς, με διευθυντή του Γραφείου του τον Αλέκο Παπαδόπουλο, Πρόεδρος της νεοσύστατης τότε Ε.Ε.Τ.Α. ο Πάνος Μαϊστρος και ο Σταύρος Μπένος Δήμαρχος Καλαμάτας και ηγετική φυσιογνωμία στην Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.
Τότε με τον ιστορικό νόμο 1416/84 έγινε το πρώτο μεγάλο βήμα της διοικητικής αποκέντρωσης. Από ληξιαρχικά γραφεία, οι δήμοι έφτασαν στο σημείο να ιδρύουν ακόμη και δημοτικές επιχειρήσεις. Επειδή λοιπόν η τύχη βοηθά τους τολμηρούς, ο Μεννής άρπαξε την ευκαιρία και το έργο του το γνωρίζετε. Αρκεί να πω ότι ο Δήμος Βροντάδου ήταν ο πρώτος μετά τον Δήμο της Αθήνας που απέκτησε δική του οικονομική υπηρεσία. Αυτό που σήμερα είναι αυτονόητο, για την εποχή εκείνη ήταν ένα μεγάλο βήμα θεσμικής και πολιτικής χειραφέτησης. Για την ιστορία να πω ότι τη σκυτάλη αργότερα παρέλαβε ως Υπουργός Εσωτερικών ο Αλέκος Παπαδόπουλος με τον “Καποδίστρια” που από 6.000 δήμους και κοινότητες φτάσαμε στους 1034 και στη συνέχεια η ίδια παράταξη, το ΠΑΣΟΚ, έφτιαξε τον “Καλλικράτη” με τους 325 δήμους. Αυτή η προσπάθεια παραμένει ακόμη ανολοκλήρωτη. Η τοπική αυτοδιοίκηση, παρά τα βήματα που έχουν γίνει, δεν έχει ακόμη απογαλακτιστεί από την κεντρική εξουσία. Και αυτό δεν θα συμβεί παρά μόνον όταν η αυτοδιοίκηση αποκτήσει την εξουσία η ίδια να καθορίζει τον φόρο ακίνητης περιουσίας και να τον εισπράττει. ‘Ετσι και μόνον έτσι και υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι θα γίνει ένα γενναίο ξεκαθάρισμα αρμοδιοτήτων με την κεντρική διοίκηση, θα διαφεντέψουν τα του οίκου τους οι τοπικές αρχές και θα καταστούν πραγματικά υπόλογες απέναντι στους εκλογείς τους.
Αλλά ακόμη και με την αμέριστη κυβερνητική συμπαράσταση που είχε ο δήμαρχος Μεννής, δεν μπορούσε να κάνει τη δουλειά του. Το διοικητικό σύστημα της χώρας είναι -και ήταν βεβαίως και τότε- απολύτως αρτηριοσκληρωτικό. Ο δήμαρχος είχε λοιπόν δύο επιλογές : είτε να είναι φίλος ο υπουργός ώστε να πιάσει ο ίδιος το τηλέφωνο, όπως έκανε ο Γεννηματάς που έβαλε τις φωνές στον Νομάρχη που αρνιόταν να εγκρίνει τον νέο κανονισμό λειτουργίας του δήμου Βροντάδου, είτε πρέπει ο ίδιος ο δήμαρχος να πιάσει στις σφαλιάρες τον γραφειοκράτη της Νομαρχίας που του κάνει τη ζωή αφόρητη, όπως έπραξε ο Μεννής.
Ο Μεννής, όπως είπαμε, είχε τον δικό του τρόπο να παρακάμπτει τις μεγάλες κωλυσιεργίες που του προκαλούσε η γραφειοκρατία. Είτε με τη φοβέρα, την υπουργική ή και τη δική του, είτε απλώς παρακάμπτοντας τον νόμο. Σε κάποια φάση, δεν ξέρω αν το θυμάται, είχε και μια προστριβή με τον Συνήγορο του Πολίτη. Ο δήμαρχος Μεννής είχε λάβει κάποιο έγγραφο του Συνηγόρου για τα έργα στον Αφανή, αν δεν κάνω λάθος. Με πήρε στο τηλέφωνο. Κουβέντα πάνω στη κουβέντα διαφωνήσαμε και ανέβηκαν οι τόνοι. Δεν θυμάμαι τη συνέχεια. ‘Ισως ο Μάρκος να τη θυμάται.
Χρόνια μετά, τη μέρα που ανέλαβα δήμαρχος, βρήκα να με περιμένουν στο γραφείο μου έγγραφα που εγώ ο ίδιος ως ΣτΠ είχα απευθύνει στον προκάτοχό μου δήμαρχο. Από τη νέα μου θέση συνειδητοποίησα τότε πόσο δύσκολο είναι να ασκείς διοίκηση σε αυτή τη χώρα τηρώντας τη νομιμότητα. Γιατί, φίλες και φίλοι, το πρόβλημα της χώρας δεν είναι η οικονομία της αλλά το κράτος και ειδικότερα η δημόσια διοίκηση και η δικαιοσύνη. Χωρίς ισχυρή και υπεύθυνη τοπική αυτοδιοίκηση πάντως, το λεγόμενο “επιτελικό κράτος” θα παραμείνει ένα προπαγανδιστικό σύνθημα κενό περιεχομένου.
Ας είναι όμως. Αν το ανοίξουμε το ζήτημα αυτό, θα πιάσουμε μεγάλη κουβέντα, ενώ εδώ βρεθήκαμε για να μιλήσουμε για το βιβλίο του Μεννή και φυσικά για τον ίδιο, όχι μόνον ως δημόσιο πρόσωπο αλλά και για τις ιδιωτικές του στιγμές. Το δικαίωμα αυτό μας το δίνει ο ίδιος ο συγγραφέας που αφηγείται παράλληλα, όπως άλλωστε συμβαίνει στη ζωή των ανθρώπων, τις διαπλοκές της δημόσιας με την ιδιωτική ζωή του. Βλέπουμε, με τρόπο λιτό, σχεδόν υπαινικτικό, να ξετυλίγονται μπροστά στα μάτια μας στιγμές οδυνηρές, όπως ο αδόκητος θάνατος του γαμπρού του ή η ταπείνωση του πατέρα από τους λιμενικούς που τον κράταγαν σαδιστικά ώρες να περιμένει για μια υπογραφή. ‘Ομως, λόγω του ανοιχτόκαρδου χαρακτήρα του Μεννή, το βιβλίο μας καταυγάζει διαρκώς με φωτεινές στιγμές αγάπης και αφοσίωσης. Κυρίως προς τη σύζυγο και τις κόρες του, αλλά και προς τους φίλους και στενούς συνεργάτες του. Ασφαλώς μια τέτοια προσωπικότητα γνωρίζει και να γλεντά. Μετά από κάθε νικηφόρα μάχη του Μεννή, συνδικαλιστική ή πολιτική, ακολουθούσε, όπως σπεύδει να μας ενημερώσει ο ίδιος, και μια γενναία εορταστική ουζοποσία. Το μόνο κάπως σκοτεινό σημείο της αφήγησης αφορά τη Γιαπωνέζα. Τελικά δεν καταλαβαίνουμε πολύ καλά τι ακριβώς παίχτηκε.
‘Ομως ο Μεννής έχει την εντιμότητα να τιμά και τη μνήμη των πολιτικών που τον βοήθησαν, τον Γιώργο Γεννηματά, τον Αντώνη Τρίτση και τον Θόδωρο Κατσανέβα. Με θάρρος ομολογεί πως έχει μετανοιώσει που δεν τίμησε την προσφορά τους στην πόλη του, δίνοντας το όνομά τους σε κάποιον δρόμο.
Το βιβλίο αυτό αποτελεί το απόσταγμα της ζωής ενός ανθρώπου που έχει προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες στην τοπική αυτοδιοίκηση και στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Που αφιέρωσε τη ζωή του στα κοινά με πάθος. Το πάθος είναι λέξη που ταιριάζει στον Μεννή. Πάθος που αποκαλύπτεται μέσα από μια αφήγηση που χωρίς να διεκδικεί λογοτεχνικές δάφνες συναρπάζει τον αναγνώστη γιατί αναβλύζει κατευθείαν από την ψυχή του αφηγητή. Αφήγηση ζωντανή που παρασύρει τον αναγνώστη να συμμετέχει όχι μόνο με τον νου αλλά και με τις αισθήσεις του. Είναι σαν να ακούς την ίδια τη φωνή του Μεννή να σου εξιστορεί. Είναι σα να κάθεσαι κι εσύ στο εορταστικό τραπέζι δίπλα του και να σε συνεπαίρνει η μεθυστική μυρωδιά από τις ψητές σκορπίνες που έφαγε ένα βράδυ στην Ικαρία. Είναι σα να βλέπεις τα λαχταριστά ψάρια και τους αστακούς που πιάσανε με τον αξέχαστο Νικολή τον Τσούρο στις Οινούσσες ή να γελάς με τα γέλια και τα καλαμπούρια τους.
Οι αγγλοσάξωνες χαρακτηρίζουν κάποιες πληθωρικές προσωπικότητες που έχουν σημαδέψει την ιστορία της πολιτικής, της τέχνης ή των γραμμάτων, με τη φράση “larger than life”. Σαν να υπάρχουν δηλαδή κάποιοι άνθρωποι που είναι ανεξάντλητοι. Που η προσωπικότητά τους είναι τόσο έντονη και πολυσχιδής που δεν χωρά σε μια μόνο ζωή. Με τούτη τη φράση θα χαρακτήριζα τον Μεννή. Αυτή μου ήρθε στο μυαλό καθώς τελείωνα πια το βιβλίο για το οποίο προσπάθησα να σας μιλήσω.