5 Μαΐου 2023

Α’ ΕΝΟΤΗΤΑ : ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΑΜΥΝΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΉ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ξεκινώ με την υπόθεση, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, πως απευθύνομαι σε ακροατήριο που στην πλειονότητά του επιθυμεί τη μετεξέλιξη της Ε.Ε. σε ομοσπονδιακό κράτος. Επιπλέον, θα συμφωνήσουμε, πιστεύω, πως δεν νοείται, ως κυρίαρχο, κράτος που δεν απολαμβάνει πλήρη – επαναλαμβάνω, πλήρη- αυτονομία στα ζητήματα ασφάλειας, άμυνας και εξωτερικής πολιτικής. Και ελπίζω πως αποτελεί κοινή για όλους μας διαπίστωση ότι η Ευρωπαϊκή ‘Ενωση έχει ακόμη αρκετό δρόμο να διανύσει προς αυτή την κατεύθυνση.
Μετά από τις παραδοχές αυτές, οφείλουμε όμως να παραδεχτούμε πως κάποια σημαντικά βήματα έχουν γίνει. ‘Εχω κυρίως υπόψη μου τη Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO), που υποδηλώνει τη βούληση 25 κρατών μελών που την έχουν υπογράψει, να προχωρήσουν σε κοινές πρωτοβουλίες στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας. Είναι αλήθεια πως η PESCO παρέμεινε σε χειμέρια νάρκη επί πολλά έτη. Ο Ζαν Κλόντ Γιούνκερ την είχε αποκαλέσει “η ωραία κοιμωμένη”.
Παρά ταύτα, μετά από το Brexit, τον Τραμπ και την ραγδαία κλιμάκωση της διεθνούς έντασης τα τελευταία χρόνια, η κοιμωμένη έχει αρχίσει να αφυπνίζεται. Οι στρατηγικοί στόχοι αυτής της συνεργασίας καθορίστηκαν από το Κείμενο για την Παγκόσμια Στρατηγική του 2016. ‘Εκτοτε, οι εξελίξεις είναι μεν σημαντικές μέσα από την αναπτυξη κοινών προγραμμάτων άμυνας και στρατιωτικών αποστολών στην Αφρική, τη Μεσόγειο, τις ακτές της Σομαλίας, όμως οι πόλεμοι στη Συρία και τη Λιβύη κατέστησαν σαφές ότι οι Ευρωπαίοι ακόμη εξαρτώνται στρατιωτικά από τις ΗΠΑ.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η κοινή ευρωπαϊκή πολιτική στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας δεν πρέπει να αποξενωθεί από το ΝΑΤΟ. Από την άλλη μεριά, όμως, η Ευρώπη οφείλει να διασφαλίσει την αυτονομία της, αν μη τι άλλο γιατί οι δυνάμεις του απομονωτισμού στις ΗΠΑ παραμένουν πάντοτε ισχυρές, όπως φάνηκε και κατά την προεδρία Τραμπ.
Ευχής έργο θα ήταν στην κοινή πολιτική για την άμυνα, με κατάληξη βέβαια τη δημιουργία ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων με ενιαία δομή και επιτελείο, να συμμετάσχουν όχι μόνον όλα τα κράτη-μέλη αλλά και μια μεγάλη πυρηνική δύναμη, όπως είναι η Μεγάλη Βρετανία, πρόταση που έχει βάλει στο τραπέζι και ο Πρόεδρος Μακρόν.
Στην ίδια κατά βάση λογική υπακούει και η αναγκαιότητα για μια αυτόνομη ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική. “Οχι μόνον υπό στρατιωτικούς όρους. Η αυτονομία στις σχέσεις της Ευρώπης με τον υπόλοιπο κόσμο υπερβαίνει βεβαίως τη λογική της στρατιωτικής ισχύος και εκτείνεται στην οικονομία. Σε ένα παγκοσμιοποιημένο τοπίο στενής αλληλεξάρτησης, η οικονομική δύναμη σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται σε ένα ισχυρό νόμισμα. Οι ΗΠΑ επιβάλλουν στους άλλους τις πολιτικές επιλογές τους χάρη και στο δολλάριο που αποτελεί τη βάση του διεθνούς οικονομικού συστήματος. Ως γνωστόν όμως, η αρχιτεκτονική του ευρώ παραμένει ακόμη ατελής και αυτό έχει έναν επιπλέον αντίκτυπο στην ισχύ της Ευρώπης στο διεθνές στερέωμα. ‘Αρα, η διεθνής ενδυνάμωση της Ευρώπης επιβάλλει και την πλήρη ανάπτυξη του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος.
Ένα από τα κράτη μέλη που έχουν τα ισχυρότερα κίνητρα να δουν την Ε.Ε. να μετεξελίσσεται σε κρατική οντότητα με ενιαία αμυντική και εξωτερική πολιτική είναι η Ελλάδα. Και αυτό για δύο λόγους, πιστεύω, προφανείς. Τους εκθέτω συνοπτικά: Ο πρώτος είναι οικονομικός και αφορά το δυσβάσταχτο για την ελληνική κοινωνία κόστος των στρατιωτικών εξοπλισμών. Από τη συγκρότησή της σε σύγχρονο κράτος, η Ελλάδα ήταν διαρκώς μεταξύ των κρατών με τις υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες σε σχέση με το ΑΕΠ. Μετά τον Β’Παγκόσμιο Πόλεμο, μάλιστα, μοιραζόμαστε συνεχώς με την Τουρκία μια από τις δύο πρώτες θέσεις. Ο μεγάλος ιστορικός Γιώργος Δερτιλής, την απώλεια του οποίου προσφάτως θρηνήσαμε, έχει αποδείξει πέρα από κάθε αμφιβολία ότι και τις επτά φορές που έχει πτωχεύσει η σύγχρονη Ελλάδα -ναι σωστά ακούσατε, επτά φορές- τούτο οφείλεται στις υπέρμετρες στρατιωτικές δαπάνες που οδηγούσαν σε υπερχρέωση, η οποία σε συνδυασμό με τα ανεπαρκή φορολογικά έσοδα προκαλούσε αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους με διεθνή οικονομικό έλεγχο. Σας θυμίζει κάτι; Ασφαλώς, αυτό ακριβώς που συνέβη και με την πρόσφατη χρεοκοπία της χώρας.
Ο δεύτερος, στενά συνυφασμένος με τον πρώτο, λόγος αφορά τις σχέσεις μας με την Τουρκία. Λέμε σήμερα πως τα ελληνικά σύνορα είναι και ευρωπαϊκά. Δίκιο έχουμε, αλλά η πραγματικότητα αυτή θα παραμένει λειψή όσο δεν θα υπάρχει δίπλα στις Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις και η ευρωπαϊκή στρατιωτική ισχύς, η οποία θα είναι σε θέση να αντισταθμίσει ή μάλλον να υπερκεράσει την τουρκική υπεροπλία. Το ΝΑΤΟ αδυνατεί να διαδραματίσει αυτόν τον ρόλο γιατί μέλος του είναι και η Τουρκία, εξ ού και η Ατλαντική Συμμαχία έχει διαρκώς τη τάση να υιοθετεί στάση ουδετερότητας στα Ελληνοτουρκικά.
Β’ ΕΝΟΤΗΤΑ : ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, ΕΝΕΡΓΕΙΑ, ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ Κ.ΛΠ.
Γενικότερα, πάντως, δεν είναι μόνον η γειτνίαση με την Τουρκία, που θέτει στη χώρα μας προβλήματα γεωπολιτικής φύσης, αλλά και το προσφυγικό/μεταναστευτικό, καθώς η Ελλάδα -μαζί με τις άλλες χώρες της Ν. Ευρώπης- αποτελεί πρώτη πύλη εισόδου για τον μεγάλο όγκο αυτών των μεικτών ροών που καταφθάνουν από χώρες της Αφρικής και της Ασίας. Σήμερα βρίσκεται ακόμη υπό διαπραγμάτευση το Νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση & το Ασυλο, όπου το ακανθώδες ζήτημα, ως γνωστόν, είναι το θέμα της κατανομής των αιτούντων άσυλο ανάμεσα στα κράτη-μέλη, το γνωστό ζήτημα της μετεγκατάστασης. Η Επιτροπή προτείνει μια λύση, η οποία δεν υποχρεώνει όλες τις χώρες να δεχθούν στο έδαφός τους αιτούντες άσυλο· αντ’αυτού επιτρέπει, σε όποιες χώρες το επιθυμούν, να εκπληρώσουν την υποχρέωση αλληλεγγύης που τις βαρύνει αναλαμβάνοντας οικονομικές υποχρεώσεις, λύση που δεν γίνεται δεκτή από τις χώρες πρώτης εισόδου, αφού ουσιαστικά τις υποχρεώνει να φιλοξενούν επ’άπειρον στο εδαφός τους άτομα των οποίων οι αιτήσεις για άσυλο ή άδεια παραμονής απορρίπτονται. Για τη χώρα μας η διευθέτηση αυτή δημιουργεί μια επιπλέον άνιση μεταχείριση σε βάρος των νησιωτικών κοινωνιών, αφού η Ελλάδα έχει αναλάβει την υποχρέωση να κρατά στα νησιά τους νεοεισερχόμενους, με αποτέλεσμα, σε περιόδους αύξησης των ροών, τα νησιά αυτά (Χϊος, Λέσβος, Σάμος, Ικαρία) όπως συνέβη το 2015, να μετατρέπονται σε απέραντα στρατόπεδα συγκέντρωσης, χωρίς ορατή προοπτική αποσυμφόρησης.
Το θέμα της διαχείρισης του προσφυγικού/μεταναστευτικού είναι από τα πλέον ακανθώδη, αφού μια από τις δύο κύριες ηπείρους προέλευσης, η Αφρική, βλέπει τον πληθυσμό της να αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς (θα υπερβεί 2 δισεκατομμύρια πριν από το 2040). Την ίδια στιγμή, η κλιματική αλλαγή θα προκαλεί διαρκώς νεα ανθρώπινα κύματα εξόδου, τους λεγόμενους “κλιματικούς πρόσφυγες”, με πρώτη και πάλι υποψηφιότητα την Αφρικανική ‘Ηπειρο που θα δει τεράστιες εκτάσεις της να μετατρέπονται σε ερήμους.
‘Ετσι μου δίνεται η ευκαιρία να περάσω στα θέματα περιβάλλοντος, όπου ως γνωστόν η Ε.Ε διαδραματίζει πρωτοποριακό ρόλο ήδη από τη Διάσκεψη του Ρίο το 1992. Αυτό όμως δεν αρκεί, αφού οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής δεν γνωρίζουν σύνορα. ‘Αλλωστε, ακόμη και κάποια από τα επιτεύγματα της Ε.Ε., όπως είναι η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, οφείλεται είτε σε τυχαίους παράγοντες, όπως είναι λχ. η πανδημία, είτε στην προϊούσα αποβιομηχάνιση των τελευταίων δεκαετιών, που όμως απλώς μεταφέρει το πρόβλημα σε άλλες περιοχές του κόσμου, εκεί δηλαδή όπου παράγονται πια τα αγαθά που εμείς καταναλώνουμε εδώ στην Ευρώπη. Το πρόβλημα δηλαδή παραμένει. Είτε μας αρέσει είτε όχι, οφείλουμε να αλλάξουμε δραστικά, επαναστατικά θα έλεγα, τον τρόπο ζωής μας, τις αντιλήψεις και συνήθειές μας: από το πώς μετακινούμαστε μέχρι το πώς παράγουμε και το πώς καταναλώνουμε.
Αυτές οι αλλαγές όμως δεν μπορεί να αφορούν εξ ίσουτους πάντες , αφού ιστορικά δεν ευθύνονται όλοι το ίδιο για τη δημιουργία του φαινομένου, όπως σωστά υποστηρίζουν οι αναπτυσσόμενες χώρες. Συνεπώς, οι πολιτικές καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής οφείλουν κατ’ανάγκη να περιλαμβάνουν και μέτρα αναδιανεμητικού χαρακτήρα· όχι μόνον έναντι τρίτων χωρών, αλλά ακόμη και στο εσωτερικό των ίδιων των ευρωπαϊκών χωρών. Είναι ενδεικτικό το παράδειγμα της εξέγερσης των κίτρινων γιλέκων στη Γαλλία το 2018, όταν η κυβέρνηση αποπειράθηκε να επιβάλει φόρο στην κατανάλωση πετρελαίου για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος. Η διαμαρτυρία προερχόταν κυρίως από τους κατοίκους των λαϊκών προαστίων που χρησιμοποιούν ιδιωτικά μέσα μεταφοράς. Η μετάβαση λοιπόν στην πράσινη οικονομία οφείλει να είναι ΔΙΚΑΙΗ.
Ανακύπτουν ασφαλώς σοβαρές διαφορές ακόμη και μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.. Χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, για παράδειγμα, όπως η Πολωνία, που ακόμη βασίζουν την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στον άνθρακα, ζητούν αντισταθμιστικά οφέλη προκειμένου να στρατευθούν ενεργά στον στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Αυτόν τον στόχο υπηρετεί το Ταμείο της Δίκαιης Μετάβασης (JUST TRANSITION FUND). ‘Οπως ακριβώς συμβαίνει και στο πεδίο των πολιτιστικών αξιών και της δημοκρατίας, η μεγάλη διαχωριστική γραμμή σήμερα στο εσωτερικό της ΕΕ κινείται πάνω στον άξονα Δύση-Ανατολή και όχι Βορράς-Νότος.
Λόγοι δικαιοσύνης λοιπόν απέναντι στους πολίτες της Ε.Ε που υφίστανται αυτές τις οικονομικές επιβρύνσεις, επέβαλαν και την ειδική φορολόγηση των προϊόντων που εισάγει η ΕΕ από τρίτες χώρες, όταν τα προϊόντα αυτά παράγονται με μεθόδους που αφήνουν έντονο αποτύπωμα άνθρακα. Πρόκειται για τον Ενωσιακό Μηχανισμό Συνοριακής Προσαρμογής ‘Ανθρακα, η μεταβατική εφαρμογή του οποίου θα ξεκινήσει τον ερχόμενο Οκτώβρη.
Γ’ ΕΝΟΤΗΤΑ : ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ, ΟΜΟΦΩΝΙΑ, ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΛΠ.
Με το ζήτημα της φορολόγησης, στο οποίο οι ιδρυτικές συνθήκες απαιτούν ομοφωνία, έχουμε την ευκαιρία να μπούμε στην τρίτη ενότητα, που αφορά τα θεσμικά ζητήματα της ‘Ενωσης. Οι διαδοχικές διευρύνσεις της ‘Ενωσης, σε συνδυασμό με τη διαρκή ανάληψη νέων αρμοδιοτήτων, έχουν επιβαρύνει αφάνταστα τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Αδυναμία προφανής όταν ξεσπούν κρίσεις, ιδίως στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Ο γόρδιος δεσμός βέβαια συνίσταται στο γεγονός ότι η κατάργηση της ομοφωνίας σε τέτοια ζητήματα ισοδυναμεί με κατάργηση της κρατικής κυριαρχίας. Η δυσκινησία στη λήψη αποφάσεων θα ενταθεί μάλιστα εαν συνεχιστεί η διεύρυνση, καθώς στην ουρά περιμένουν οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έχουν εκδηλώσει τη βούληση να ενταχθούν στην Ε.Ε, η Μολδαβία η Γεωργία και η Ουκρανία.
Υπ’αυτές τις συνθήκες είναι φανερό ότι η διατήρηση του κανόνα της ομοφωνίας θα οδηγήσει την Ε.Ε. είτε σε διάλυση είτε σε μια σταδιακή αποσύνθεση. ‘Αρα, πρέπει να ξανανοίξει η συζήτηση για την Ευρώπη των πολλαπλών ταχυτήτων ή Ευρώπη της διαφοροποιημένης ολοκλήρωσης. Να προχωρήσουν δηλαδή σε μια στενότερη ένωση, στους τομείς που επιλέγουν, όσοι είναι πρόθυμοι και προς τούτο ικανοί, κρατώντας πάντως την πόρτα ανοιχτή σε όσους θελήσουν να ακολουθήσουν αργότερα. Προηγούμενα ήδη υπάρχουν, είναι η δημιουργία του Ευρώ και η Συνθήκη Σέγκεν.
Η Ευρώπη σήμερα είναι αντιμέτωπη με τεράστιες προκλήσεις. Η φορολόγηση των τεχνολογικών κολοσσών, η πράσινη μετάβαση, η ψηφιακή επανάσταση, ο περιορισμός των ανισοτήτων, η κοινή άμυνα και εξωτερική πολιτική είναι στόχοι που δεν θα επιτευχθούν εαν η ‘Ενωση συνεχίσει να ασφυκτιά μέσα στον ζουρλομανδύα της ομοφωνίας.
‘Εχει διατυπωθεί, βέβαια, και η πιο ριζοσπαστική πρόταση που οδηγεί απευθείας στην Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία. Πρόκειται για τα κράτη-μέλη εκείνα που θα συμφωνήσουν στην εκλογή από τους πολίτες τους μιας Συντακτικής Συνέλευσης, η οποία θα αναλάβει να εκπονήσει ένα Ομοσπονδιακό Σύνταγμα. Παραμένει, βέβαια, το ερώτημα ποιές θα είναι οι σχέσεις αυτής της Ομοσπονδίας με την Ε.Ε ή μάλλον με ό τι θα έχει απομείνει από αυτήν, αλλά αυτά θα τα βρουν οι νομικοί. Προς το παρόν, η ‘Ενωση υιοθέτησε την ιδέα του European Political Community (μετά από πρόταση της Γαλλικής Προεδρίας και του Προέδρου Μακρόν). Το διακυβερνητικό αυτό όργανο επικεντρώνεται σε θέματα ασφάλειας: ενεργειακή ασφάλεια, ασφάλεια απο εξωτερικές απειλές και άμυνα, ασφάλεια υποδομών και κυβερνοασφάλεια κά. Παραμένει ανοιχτό βέβαια το ερώτημα αν αυτή η διακυβερνητική πρωτοβουλία θα αντικαταστήσει την ανάγκη για διεύρυνση ή θα λειτουργήσει ως διευκολυντής της.
Τέλος, δυο λόγια για το εκλογικό σύστημα ανάδειξης των ελλήνων ευρωβουλευτών. Τα θλιβερά αποτελέσματα του συστήματος τα βιώνει με τραυματικό τρόπο η ελληνική κοινωνία τους τελευταίους μήνες. Το σύστημα της σταυροδοσίας σε ενιαία λίστα για ολόκληρη την επικράτεια, είχε ως αποτέλεσμα να στείλει στην Ευρωβουλή είτε αστέρες του αθλητισμού και της τηλεόρασης που έχουν ανύπαρκτη σχέση με την πολιτική ή κομματικά δικτυωμένα πρόσωπα που ο ορίζοντας της πολιτικής σκέψης τους εξαντλείται στους καθημερινούς κομματικούς σκυλοκαβγάδες. Δεν πιστεύω πως η λύση βρίσκεται στην επάνοδο της λίστας. ‘Ηρθε η ώρα να δοκιμάσουμε ένα σύστημα σταυρού προτίμησης με τη χώρα διαιρεμένη σε μεγάλες εκλογικές περιφέρειες.