Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής για τη συνταγματική αναθεώρηση – 4η ημέρα (βουλευτική ασυλία, ποινική ευθύνη υπουργών, ψήφος αποδήμων)

21 Νοεμβρίου 2019 Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο καθένας διαμορφώνει τη δημόσια στάση του ανάλογα και με την εμπειρία που έχει αποκομίσει από τη συμμετοχή του στον δημόσιο βίο. ‘Έχοντας λοιπόν υπηρετήσει για χρόνια πολλά την πόλη μου από την τιμητική θέση του δημάρχου, θα ήθελα να σας μεταφέρω την εμπειρία, τη δική μου καθώς και πολλών άλλων πρώην συναδέλφων μου, από την ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής.

21 Νοεμβρίου 2019

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Ο καθένας διαμορφώνει τη δημόσια στάση του ανάλογα και με την εμπειρία που έχει αποκομίσει από τη συμμετοχή του στον δημόσιο βίο. ‘Έχοντας λοιπόν υπηρετήσει για χρόνια πολλά την πόλη μου από την τιμητική θέση του δημάρχου, θα ήθελα να σας μεταφέρω την εμπειρία, τη δική μου καθώς και πολλών άλλων πρώην συναδέλφων μου, από την ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής.

Κάθε δήμαρχος καλείται καθημερινά να πάρει αποφάσεις που θίγουν συμφέροντα, συμφέροντα ενίοτε κατεστημένα και ισχυρά. Στην περίπτωση μάλιστα ενός δημάρχου μεγάλης πόλης, συχνά το αντικείμενο της απόφασής του μπορεί να αποτιμάται σε κάποιες δεκάδες εκατομμυρίων ευρώ. Γι’ αυτό και βλέπουμε δημάρχους να στοιχειώνουν στα δικαστήρια επί πολλά έτη μετά τη λήξη της θητείας τους. Σας βεβαιώνω ότι πρόκειται, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, για δημάρχους που άσκησαν έντιμα και ευσυνείδητα τα καθήκοντά τους. Για αιρετούς που δεν έστερξαν να υποταχθούν στις πιέσεις των συμφερόντων. Και το έπραξαν αυτό γνωρίζοντας ότι δεν καλύπτονταν από καμία ασυλία, από κανένα προνόμιο.

‘Όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ορθός ο όρος “προνόμιο” που έχει επικρατήσει στο πεδίο της βουλευτικής ασυλίας και της ποινικής ευθύνης των υπουργών; Πιστεύω πως είναι ένα όρος που μπορεί να οδηγήσει σε παρεξηγήσεις, γιατί αφήνει  την εντύπωση ότι καθιερώνει ανισότητα μεταξύ των απλών πολιτών από την μία πλευρά και των βουλευτών και υπουργών από την άλλη. Αυτό δεν αληθεύει, γιατί τα μεγέθη που συγκρίνουμε είναι εξ ορισμού ανόμοια, άρα δεν έχει εδώ εφαρμογή η αρχή της ισότητας. Και δεν έχει εφαρμογή, γιατί το λεγόμενο “προνόμιο” δεν αποσκοπεί να προστατεύσει τον βουλευτή ή τον υπουργό ως άτομο, ως ιδιώτη, αλλά το λειτούργημα που αυτός ασκεί. Είναι μια θεσμική εγγύηση που αποσκοπεί να εξασφαλίσει ότι ο υπουργός ή ο βουλευτής θα ασκήσει τα καθήκοντά του έχοντας ως αποκλειστικό γνώμονά του το δημόσιο συμφέρον. Απαλλαγμένος δηλαδή από τον φόβο ότι μπορεί κάποτε να διωχθεί ποινικά, λόγω πολιτικής σκοπιμότητας ή προσωπικής αντεκδίκησης, για πράξεις που διενήργησε ως δημόσιος λειτουργός. ‘Όχι βεβαίως για αδικήματα που διέπραξε ως ιδιώτης.

Είναι γεγονός ότι η κοινή γνώμη έχει αναπτύξει μια δικαιολογημένη απέχθεια απέναντι σε αυτό το ειδικό καθεστώς, για διαφορετικούς όμως λόγους. Για μεν τους βουλευτές, εύλογα έχει επικρατήσει η εντύπωση ότι η βουλευτική ασυλία έχει καταστεί αντικείμενο κατάχρησης, ότι δηλαδή έχει προστατεύσει από την ποινική δίωξη βουλευτές για πράξεις που δεν είχαν καμία σχέση με τα βουλευτικά τους καθήκοντα. ‘Ήταν τόσο έντονη η λαϊκή κατακραυγή, ώστε η πολιτική τάξη, με πρωτοβουλία και ευθύνη του ΠΑΣΟΚ, ανταποκρίθηκε καθιερώνοντας τη διαδικασία του άρθρου 83 ΚτΒ. Τη διάκριση που καθιερώνει το άρθρο αυτό, μεταξύ αφενός πράξεων που συνδέονται με την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων και για τις οποίες πρέπει να παρέχεται ασυλία και των μη συνδεομένων αφετέρου την υιοθετούν ουσιαστικά σήμερα η ΝΔ και ο Σύριζα.

Εμείς, το Κίνημα Αλλαγής έχουμε καταθέσει μία ρηξικέλευθη πρόταση που πάει ακόμη πιο πέρα. Την αντιστροφή της διαδικασίας. Να μην απολαμβάνει εξ ορισμού ο βουλευτής ασυλία, ώστε να εξαρτάται μετά από την Βουλή η άρση της. Εμείς προτείνουμε να μην υπάρχει καταρχήν ασυλία, αλλά να την ζητά ο ίδιος ο βουλευτής από τη Βουλή, δηλαδή να φέρει αυτός πλέον το βάρος της απόδειξης ότι η δίωξή του υποκρύπτει πολιτικά κίνητρα και εφόσον πείσει τη Βουλή, τότε να ενεργοποιείται η ασυλία. Το ισχύον σήμερα σύστημα έχει το ελάττωμα ότι ουδείς φέρει προσωπική ευθύνη να προκαλέσει την άρση της ασυλίας. Και επειδή η ευθύνη διαχέεται σε όλους, επικρατεί τελικά η συντεχνιακή αλληλεγγύη, γιατί ουδείς επιθυμεί να γίνει ο “κακός”. Εμείς, με την πρότασή μας, υποχρεώνουμε πλέον τον βουλευτή να αναλάβει ο ίδιος την πρωτοβουλία και την ευθύνη και να μην κρύβεται πίσω από την κακώς εννοούμενη αλληλεγγύη των συναδέλφων του. Στέλνουμε το μήνυμα ότι η Βουλή δεν είναι μια κλειστή συντεχνία που προστατεύει με τη δική της ομερτά τα μέλη της.

Ως προς την ποινική ευθύνη των υπουργών, πρέπει να αναζητήσουμε αλλού τη βασική αιτία της λαϊκής αντίδρασης. Στην κόπωση που έχει προκαλέσει στην κοινή γνώμη η διαρκής ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής που τελικά έχει ως αποτέλεσμα να περιέρχονται σε πλήρη σύγχυση οι απλοί πολίτες. Ακούνε σημεία και τέρατα για πάσης φύσεως σκάνδαλα, τελικά όμως ανακαλύπτουν ότι κάτω από όλα αυτά, τα πολιτικά κόμματα απλώς γυρεύουν να εξοντώσουν, ηθικά και πολιτικά, τους πολιτικούς αντιπάλους τους. Εδώ δηλαδή δεν ανακύπτει θέμα ευνοϊκής μεταχείρισης για τον υπουργό. Γιατί, όπως έχει άλλωστε επανειλημμένα συμβεί, ο υπουργός μπορεί να βρεθεί σε δυσμενέστερη από τον πολίτη θέση, λόγω αλλαγής της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Αυτό που έχει κυρίως ενοχλήσει τον ελληνικό λαό, είναι η χειραγώγηση της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης για πολιτικές σκοπιμότητες. Το μόνο θέμα που έχει εύλογα εγείρει υποψία άνισης μεταχείρισης είναι η βραχεία, όπως αποδείχθηκε από την εξέλιξη της πολιτικής ζωής, αποσβεστική προθεσμία του άρθρου 3.

Αυτό όμως δεν επιτρέπεται να μας οδηγήσει στην πλήρη κατάργηση της αποσβεστικής προθεσμίας, γιατί αυτό συνιστά μια άνευ όρων παράδοση στον συνταγματικό λαϊκισμό. Γιατί για κάθε αδίκημα που εν γένει απλώς θα συνάπτεται με την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων, ακόμη δηλαδή και για τα “επ’ ευκαιρία”  ποινικά αδικήματα, ο πρώην υπουργός θα ζει επί μια εικοσαετία με τον πέλεκυ της ποινικής δίωξης να κρέμεται πάνω από το κεφάλι του. Ως προς τα αδικήματα “κατά την άσκηση των καθηκόντων”, τον πέλεκυ θα τον κρατά η Βουλή.  Ως προς τα “επ’ ευκαιρία” αδικήματα, θα έχουμε την εισαγγελική εξουσία με ανάλογη ευχέρεια. Αν δεν είναι αυτό ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής, τότε τί είναι;

Κύριες και κύριοι βουλευτές, συνειδητοποιούμε το τίμημα αυτού του λαϊκισμού; Δεν πρέπει να αναρωτηθούμε ποιός υπουργός θα βρεθεί να βάλει την υπογραφή του σε μια πολιτικά αμφιλεγόμενη απόφαση; Είμαστε έτοιμοι να δούμε υπουργούς να φέρνουν σωρηδόν για κύρωση στη Βουλή  συμβάσεις και ατομικές διοικητικές πράξεις, προκειμένου να αποτινάξουν από πάνω τους την ευθύνη; Γιατί αυτό θα είναι το τίμημα του συνταγματικού λαϊκισμού.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές, ως δήμαρχος έχω υπογράψει αναρίθμητες διοικητικές πράξεις, για τις οποίες εν δυνάμει μπορεί να βρεθώ ποινικά υπόλογος έως το 2039. Να έχω δηλαδή τη μοίρα των δημάρχων για τους οποίους σας μίλησα στην αρχή. Ας μην επιφυλάξουμε την ίδια τύχη και στους υπουργούς. Είναι χρέος του κοινού νομοθέτη να παρέμβει, προκειμένου αυτός πια να ορίσει μια αποσβεστική προθεσμία. Να είναι μεν μακρότερη αυτής που προβλέπει σήμερα το Σύνταγμα, αλλά σαφώς βραχύτερη της εικοσαετίας που ισχύει για κάποια κακουργήματα.

Για την ιστορία πάντως πρέπει να τονίσουμε τα εξής για το άρθρο 86 του Συντάγματος. Κυκλοφορεί δυστυχώς ευρέως η άποψη ότι η αναθεώρηση του 2001 ήταν ένα προϊόν «συμπαιγνίας» ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να καλύψουν ο ένας τα αμαρτήματα του άλλου. Αλλά με την αναθεώρηση του 2001 η ρύθμιση έγινε από πολλές πλευρές αυστηρότερη. Σε αυτά αναφέρθηκε διεξοδικά ο εισηγητής της κοινοβουλευτικής μας ομάδας.   

Ας πάμε τώρα στο άρθρο 54. Εμείς εξαρχής υποστηρίξαμε τέσσερις βασικές σταθερές: Α) δικαίωμα ψήφου να έχουν όσοι είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους, δηλαδή στα δημοτολόγια. Β) η ψήφος να είναι ισοδύναμη με αυτήν των υπόλοιπων εκλογέων. Γ) Να καθιερωθεί τουλάχιστον η επιστολική ψήφος. Δ) να υιοθετηθεί ένα σύστημα εκλογικών περιφερειών στο εξωτερικό ή ένα τμήμα του ψηφοδελτίου επικρατείας.

Είναι θετική εκ μέρους της Κυβέρνησης η αναζήτηση της συναίνεσης. Όμως, αυτή η συναίνεση δεν μπορεί να αναζητείται με κάθε τίμημα. Πρέπει να λεχθεί καθαρά εδώ ότι με την πρόταση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, παρεμβαίνουμε στο μη αναθεωρητέο άρθρο 51 μέσω του άρθρου 54 και μάλιστα εισάγοντας διάταξη που είναι υπερβολικά λεπτομερής για συνταγματικό κείμενο.

Εμείς, αντίθετα προτείνουμε την εξής λιτή διατύπωση : «Νόμος ορίζει περιορισμούς στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους εκλογείς που βρίσκονται έξω από την Επικράτεια, ιδίως με γνώμονα τους δεσμούς που διατηρούν με τη χώρα».

Στα υπόλοιπα άρθρα, θα αναφερθώ συνοπτικά. Το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής, όποτε εφαρμόσθηκε στη χώρα, είχε καταστροφικά αποτελέσματα. ‘Άλλωστε η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να παραμένει έστω και για μικρό χρονικό διάστημα χωρίς ουσιαστική διακυβέρνηση. Κάτω από την κυβέρνηση δεν υπάρχουν εύρωστες διοικητικές δομές, ικανές να διασφαλίσουν τη συνέχεια της διοίκησης, για τα διαστήματα εκείνα κατά τα οποία θα εκδηλώνεται κυβερνητική κρίση, φαινόμενο συχνότατο σε κυβερνήσεις πολυκομματικές. Αυτά βεβαίως κατά μείζονα λόγο ισχύουν για την πάγια καθιέρωση της απλής αναλογικής.

‘Άλλωστε, το Σύνταγμά μας προβλέπει βραχύτατες προθεσμίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Δεν παρέχει χρόνο για ουσιαστικές διαβουλεύσεις, απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει μια ουσιαστική συμφωνία πάνω σε κυβερνητικό πρόγραμμα. Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 37 του Συντάγματος, όπου ρυθμίζεται η διαδικασία των διερευνητικών εντολών, μέσα σε περίπου δέκα μέρες πρέπει να έχει σχηματιστεί κυβέρνηση.

Είμαι κατηγορηματικά αντίθετος κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στην εισαγωγή περιορισμού στις κοινοβουλευτικές θητείες. Δεν θα καταπολεμήσουμε έτσι ούτε το πελατειακό σύστημα ούτε την οικογενειοκρατία. Δεν επιτρέπεται να φράζουμε τον δρόμο σε εκείνους που κατά τεκμήριο θεωρεί ικανούς το εκλογικό σώμα, αφού τους εκλέγει διαχρονικά. Πρέπει, αντίθετα, να ανοίξουμε διάπλατα το παιχνίδι, ούτως ώστε να δίνουμε την ευκαιρία και στους άλλους να αγωνιστούν, διασφαλίζοντάς τους ίσες ευκαιρίες. Αν θέλουμε να ανοίξουμε το πολιτικό σύστημα σε νέους ανθρώπους, να δούμε τι πρέπει να γίνει με το σύστημα της ανάδειξης των υποψηφίων του κόμματος ή με τον σταυρό προτίμησης ή ακόμη και με την αλλαγή του εκλογικού συστήματος, εισάγοντας λ.χ. μικρότερες εκλογικές περιφέρειες.

Σας ευχαριστώ.

Μοιραστείτε

Share on facebook
Share on google
Share on twitter
Share on linkedin
Share on pinterest
Share on print
Share on email