Η τελευταία ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής για την αντιμετώπιση του κόμματος Κασιδιάρη

Η ομιλία του Γιώργου Καμίνη, κατά τη συζήτηση, στην Ολομέλεια της Βουλής, του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εσωτερικών «Ρυθμίσεις σχετικά με τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού - Διατάξεις για την ευζωία των ζώων συντροφιάς - Διατάξεις για το ανθρώπινο δυναμικό του δημοσίου τομέα - Λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου Εσωτερικών και άλλες επείγουσες διατάξεις»

11 Απριλίου 2023

Επιτρέψτε μου έναν κάπως πιο προσωπικό τόνο. Είναι η τελευταία φορά που απευθύνομαι από αυτό το βήμα στους βουλευτές. Δεν θα είμαι υποψήφιος στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, οπότε έχει πολλαπλή σημασία για εμένα αυτή η συνεδρίαση. 

Θα ήθελα με τη σειρά μου να ευχαριστήσω τον κ. Πρόεδρο της Βουλής. Πιστεύω, εάν μου επιτρέπεται να το πω, ότι τίμησε το αξίωμά του. Στάθηκε στο ύψος μιας παράδοσης που δημιούργησαν ο Αθανάσιος Τσαλδάρης, ο Νάσος Αλευράς, ο Απόστολος Κακλαμάνης. Και ως μέλος της Επιστημονικής Υπηρεσίας ήμουν σε θέση να καταλάβω το έργο που αφορά τη Βουλή όχι μόνο στο επίπεδο των συνεδριάσεων αλλά και στην καθημερινότητά της σε ό,τι αφορά το διοικητικό έργο που επιτελείται.

Πράγματι, το νομοθετικό έργο από άποψη ποσότητας ήταν σημαντικό. Δεν θα έλεγα το ίδιο από άποψη ποιότητας. Πάλι βρισκόμαστε ενώπιον ενός φαινομένου το οποίο, κακά τα ψέματα, χρονίζει δυστυχώς στην πολιτική μας ζωή. Των λεγόμενων πολυνομοσχεδίων, πιο λαϊκά «νομοσχεδίων-σκούπα»

Ο όρος «ερανιστικό» κύριε Βορίδη είναι φαντάζομαι δικό σας εύρημα (ο Υπουργός γνέφει καταφατικά). Α! Καλά το κατάλαβα, είναι ένας τρόπος η γλώσσα να εξωραΐζει την πραγματικότητα. Αλλά φυσικά η χρησιμοποίηση αυτού του όρου είναι ένας τρόπος να συγκαλύψουμε πάλι ένα νομοσχέδιο με διατάξεις ετερόκλητες, αποσπασματικές, φωτογραφικού χαρακτήρα και μάλιστα αυτό να συνοδεύεται από πάρα πολλές τροπολογίες της τελευταίας στιγμής, παρά τη διαβεβαίωση που έδωσε ο Πρωθυπουργός προ ημερών από το Υπουργικό Συμβούλιο ότι αυτό δεν θα συνέβαινε.

Εδώ δυστυχώς έχουμε το θλιβερό προνόμιο να διαπιστώνουμε ότι αυτή η νομοτεχνική προχειρότητα δεν αφορά μόνο τη διαδικασία γενικά. Αφορά και το ζήτημα ουσίας της νέας διάταξης η οποία αποσκοπεί να αποτρέψει την κάθοδο αυτού του νεοναζιστικού κόμματος, της συνέχειας μιας εγκληματικής οργάνωσης, στον εκλογικό στίβο.

Η κυβέρνηση αγνόησε τις προειδοποιήσεις σειράς ειδικών με αποτέλεσμα να βρίσκεται ακόμη μια φορά πίσω από τα γεγονότα προσπαθώντας και πάλι με τροπολογία της τελευταίας στιγμής, στο «παρά ένα» της προκήρυξης των εκλογών, να προλάβει ανεπιθύμητες καταστάσεις. Ενώ θα μπορούσε να είχε δράσει προληπτικά.

Θα μπορούσε ουσιαστικά να είχε αποτρέψει τον έγκλειστο των φυλακών Δομοκού να απευθύνει διαγγέλματα στον ελληνικό λαό προφασιζόμενος ότι επικοινωνεί στο τηλέφωνο με τους δικηγόρους του ή με τους οικείους του, οι ομιλίες του να αποτυπώνονται, να επενδύονται στη συνέχεια με εικόνα και να κυκλοφορούν στο διαδίκτυο. Πώς ανέχτηκε η κυβέρνηση αυτό το πράγμα; Γιατί ακόμα ο διευθυντής των φυλακών Δομοκού παραμένει στη θέση του;

Φτάνουμε λοιπόν, εκ των υστέρων, καταϊδρωμένοι να προσπαθούμε με αυτόν τον, τουλάχιστον προβληματικό, τρόπο να αποσοβήσουμε την κάθοδο μιας εγκληματικής οργάνωσης στις εκλογές.

Αυτά βέβαια πολύ μικρή σχέση έχουν με το επιτελικό κράτος. Όπως γενικά έχει μια τάση η Νέα Δημοκρατία να κάνει το αντίστροφο από αυτό που διαπιστώσαμε με τον όρο «ερανιστικό νομοσχέδιο». Τώρα πια, αντί η γλώσσα να εξωραΐζει την πραγματικότητα, έρχεται η πραγματικότητα και ευτελίζει τη γλώσσα. Γιατί το “επιτελικό κράτος” είχε έναν πρόγονο: την “επανίδρυση του κράτους” η οποία ξέρουμε πως μας οδήγησε κατευθείαν στη χρεοκοπία. Και το επιτελικό κράτος μας οδηγεί, ακριβώς με αυτή την απερίγραπτη επιπολαιότητα, στη σπασμωδική προσπάθεια να νομοθετήσουμε με αυτό τον τρόπο.

Για το θέμα του έγκλειστου των φυλακών Δομοκού ο οποίος καταχράστηκε το δικαίωμα τηλεφωνικής επικοινωνίας προκειμένου να απευθύνει διαγγέλματα, είχα καταθέσει προ εβδομάδων Ερώτηση στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, η οποία έχει παραμείνει αναπάντητη. Θα μου επιτρέψετε να την καταθέσω στα πρακτικά.

Θα ήθελα με αυτή την ευκαιρία να πω ότι μετά την καταδικαστική απόφαση σε βάρος της Χρυσής Αυγής είχε ανοίξει μια άτυπη συζήτηση με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, μέλος της οποίας συναντήθηκε με εκπροσώπους της δικής μας Κοινοβουλευτικής Ομάδας μεταξύ των οποίων ήμουν και εγώ και κάναμε μια πρώτη συζήτηση για το πώς θα μπορούσαμε να αποτρέψουμε την κάθοδο αυτής της συμμορίας υπό καινούριο κομματικό μανδύα. Δυστυχώς, με ευθύνη της κυβέρνησης δεν υπήρξε συνέχεια.

Να θυμίσω ότι λίγο καιρό μετά την καταδικαστική απόφαση της Χρυσής Αυγής, η μακαρίτισσα Φώφη Γεννηματά είχε εκδηλώσει μια πολύ σημαντική πρωτοβουλία. Επισκέφθηκε στις 14 Οκτωβρίου 2020 τον Πρόεδρο της Βουλής, τον κύριο Τασούλα, θέτοντας το ζήτημα για το πώς θα μπορούσε η Βουλή να αποτρέψει αυτό το οποίο ζούμε σήμερα.

Διαλέγω τρεις προτάσεις από την επιστολή που παρέδωσε στον Πρόεδρο της Βουλής, αφού αποχώρησε από το γραφείο του.

Έλεγε η Γεννηματά τότε: «Η αντιμετώπιση της φασιστικής απειλής είναι ζήτημα ύψιστης σημασίας που οφείλει να ενώνει όλες τις δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Δεν προσφέρεται για διχαστική αντιπαράθεση η υπεράσπιση της Δημοκρατίας. Για τον λόγο αυτό οφείλουμε όλοι υπερβαίνοντας τις πολιτικές διαφορές μας να επιδείξουμε σύνεση και την αναγκαία ελάχιστη συνεννόηση για κοινές πρωτοβουλίες και παρεμβάσεις». Και ζητούσε τη σύγκληση της Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης και Δικαιοσύνης προκειμένου να συζητήσουν τα κόμματα μεταξύ τους το πώς θα έπαιρναν μια νομοθετική πρωτοβουλία από κοινού να αποσοβήσουμε αυτό το οποίο ζούμε σήμερα.

Κλείνω αυτή την παρένθεση και καταλήγω πάλι με έναν προσωπικό τόνο.

Αισθάνομαι ευτυχής που μου δόθηκε η ευκαιρία να μνημονεύσω σήμερα την πρωτοβουλία της Φώφης Γεννηματά, η οποία δυστυχώς αποδείχθηκε δυσοίωνα προφητική, διότι τα πράγματα δεν συνέβησαν όπως η ίδια ευχόταν να έχουν συμβεί. Και με τον τρόπο αυτό να αποτίσω κι εγώ έναν φόρο τιμής στη μνήμη της γυναίκας εκείνης, της επικεφαλής του κόμματός μας, η οποία με τίμησε με την πρώτη θέση στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας απ’ όπου προσπάθησα και εγώ εμπράκτως όλα αυτά τα χρόνια, όσο μπορούσα στο μέτρο των δυνάμεών μου, να ανταποδώσω την τιμή που μου έγινε».

Μοιραστείτε

Share on facebook
Share on google
Share on twitter
Share on linkedin
Share on pinterest
Share on print
Share on email